Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Το άνοιγμα με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κλείνει το μάτι στους χαϊκού-ΠΑΣΟΚους και κλείνει την πόρτα σε αυτούς που αποφεύγουν να αιωρούνται πάνω από ποτάμια…

Σημειώνει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος

Με το «ελάτε να συζητήσουμε», προσκάλεσε τα στελέχη του κόμματος του κυρίου Σταύρου Θεοδωράκη, ο ΓΓ της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Βίτσας, απευθύνοντας χαιρετισμό στο συνέδριο του νέου πολιτικού φορέα «Το Ποτάμι».

Πρόκειται άραγε για έκφραση κοσμοπολιτισμού στην ελληνική πολιτική σκηνή, ή για άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ προς τους χαϊκού-ΠΑΣΟΚους; Ξέρετε, αυτούς που μιμούνται κατά την...
άρθρωση του πολιτικού τους λόγου τους ιάπωνες χαϊκού-ποιητές [ : χαϊκού (ιαπ.: 俳句) «αστείος στίχος») και έρχονται να αντικαταστήσουν εξελικτικά και αναγκαστικά τους παλιότερους χαϊκάι ή χόκκου-ΠΑΣΟΚους του εκσυγχρονιστικού επαρχιωτισμού ή μεταμοντέρνου λαλιωτισμού!

Ιδού η απορία! Εάν συμβαίνει το δεύτερο, όπως ισχυρίζονται οι παράγοντες που έδωσαν στο Ποτάμι τηλεοπτική και ευρύτερα επικοινωνιακή και εκλογική υπεραξία, τότε λυπούμαι, θα υπάρξει ασυμφωνία χαρακτήρων προεκλογικώς μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και όσων αποφεύγουν να αιωρούνται πολιτικώς πάνω από ποτάμια και αποστρέφονται την μορφή του λόγου που κάνει πολιτική με στίχους σαν: «Το Ποτάμι αφρίζει. Άλεσε για μένα ρύζι. Τώρα υπνοβατώ και θα ξυπνήσω με 18%»!

Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διάθεση και τρόπο να συζητήσει πολιτικά με «Το Ποτάμι», μάλλον θα χαλάσει εντελώς την διάθεση όσων δεν γοητεύονται από την διαπλοκή και την πολλαπλότητα των νοημάτων κάποιων επιτήδειων χαμαιλεόντων που σακουλεύτηκαν την διάλυση του lifestyle-ΠΑΣΟΚ και πήραν το σακίδιο τους για πολιτικό γυμνισμό σε άλλες παραλίες – δήθεν απάτητες και οικολογικά διαρθρωμένες!

Οι χαϊκού-ΠΑΣΟΚοι είναι τα χαϊδεμένα, κακομαθημένα τέκνα του κοινού τόπου (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ) της διαπλοκής και τα παιδιά μιας πολιτικά χαλαρής ηθικής. Και αυτό επειδή ο καιροσκοπισμός τους δεν επέτρεψε να συνδέσουν την πολιτική πράξη με την ηθική. Μεγάλωσαν στην αγκαλιά ενός καθεστώτος που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει την πολιτική ως κατακτητική διαδικασία. Ως κόλπο για να αποκτήσει κανείς αυτά που δεν θα μπορούσε, στο πλαίσιο ενός ανόθευτου από την διαπλοκή κοινωνικού ανταγωνισμού ή/και ανταγωνισμού στην αγορά.

Με το πολιτικό σύμπαν θα μπορούσε λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ να συζητήσει «για τις πρωτοβουλίες και τις ανατροπές που πραγματικά χρειάζεται ο τόπος για να ορθοποδήσει» και θα ήταν ευχής έργο αυτό να γινόταν « χωρίς προκαταλήψεις και προαπαιτούμενα, με ειλικρίνεια, χωρίς σκόπιμες διαστρεβλώσεις και καρικατούρες των απόψεων των άλλων», αλλά σε καμία περίπτωση με αυτούς που υποκατέστησαν τον πολιτικό λόγο με ένα λεκτικό αιώρημα, σύμφωνα με το οποίο οι λέξεις εμφανίζονται πολύ λίγες για να περιγράψουν την ολότητα μιας στιγμιαίας εμπειρίας του πολίτη. Έτσι ο σεμνός και ταπεινός νέος ποιητής της πολιτικής στην Ελλάδα περιγράφει αχνά μια ιδέα και αφήνει τον ακροατή του, ή τον τηλεθεατή του, ή τον αναγνώστη του να συμπληρώσει. Αρέσει ίσως αυτό στον εθισμένο στο σύγχρονο καταναλωτικό μάρκετινγκ πολίτη, ο οποίος αποστρέφεται τον πολιτικό λόγο, καθώς τον έχει συνδέσει με την εξαπάτηση και τον κομματισμό. Έτσι πουλάς, με πολιτικώς ορθό τρόπο, αυτό που έχει μάθει ο συμπλεγματικός με την πολιτική διαδικασία και την αγορά πολίτης να αγοράζει.

Η μοναδική πολιτική ικανότητα των χαϊκού-ΠΑΣΟΚων του Ποταμιού είναι να εκμεταλλεύονται και να χειραγωγούν τα συμπλέγματα μιας σημαντικής σε αριθμό κατηγορίας συμπολιτών μας, οι οποίοι αναπτύσσουν ένα ελιτίστικο σνομπισμό απέναντι στον ακροδεξιό και ακροαριστερό λαϊκισμό. Αυτός ο σνομπισμός μετριοπαθών και δήθεν σοβαρών υπάρξεων συνθέτει ένα κόντρα-λαϊκισμό που εμφανίζεται και προβάλλεται με lifestyle-ίστικους όρους σαν σύγχρονος αντιποπουλισμός και αντικομματισμός. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, είναι αυτός που προσδίδει διαλεκτικά χαρακτηριστικά στον λαϊκισμό στην Ελλάδα. Οι χαϊκού-ΠΑΣΟΚοι είναι η επιτομή του λαϊκισμού, όντες η μετεξέλιξη της χυδαιότητας που έγινε από τους προγενεστέρους, χαϊκάι-ΠΑΣΟΚους του τέλους του 1980 μέχρι και λίγο μετά τα μέσα του 2000, πολιτικώς ορθός τρόπος ζωής για τον ελληνικό μικροαστισμό. Ήταν η προσφορά του Πέτρου, του Σταύρου, του Θέμου, της Μαρίας, του Γιώργου και των άλλων κακομαθημένων και παραχαϊδεμένων παιδιών της διαπλοκής στα ΜΜΕ προς στην ελληνική κοινωνία… Σε αυτή την «προσφορά» θα περίμενε κανείς ο ΣΥΡΙΖΑ -παίρνοντας στα σοβαρά τις διακηρύξεις της ηγεσίας του – να πει: Όχι ευχαριστώ, με εσάς έχω αξεπέραστη, πολιτισμικού χαρακτήρα αντίθεση!

Αντί γι’ αυτό όμως τους κλείνει το μάτι, δίχως να υπολογίζει τα μάτια όσων με ανιδιοτέλεια τον υποστηρίζουν με προγραμματικούς όρους και με γνήσια αριστερή κουλτούρα. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ προφασίσει τελικά να «κάνει αιώρα» πάνω από Το Ποτάμι, δεν γνωρίζω αν θα κερδίσει ψήφους, αλλά είμαι βέβαιος πως θα χάσει στο επίπεδο των αξιών και της ηθικής, δηλαδή στο επίπεδο της αριστεράς. Ας κάνει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ τους λογαριασμούς της, αφού κατανοήσει πως αν πετύχει να νομιμοποιήσει πολιτικά την αίσθηση χαϊκού, δηλαδή την αίσθηση του αμετάβλητου της διαπλοκής μέσα στη κίνηση προς μια νέα μεταπολίτευση, θα έχει από την αρχή ναρκοθετήσει τον πολιτικό χώρο που τον φέρνει στα πράγματα…

Από τη Σίβυλλα